θαυματουργός

θαυματουργός
και θαματουργός, -ή, -ό (AM θαυματουργός, -όν)
νεοελλ.
1. αυτός που φέρει αξιοθαύμαστα αποτελέσματα, ο πολύ αποτελεσματικός («θαυματουργό φάρμακο»)
2. ο αριστοτέχνης στο επάγγελμά του
νεοελλ.-μσν.
αυτός που κάνει θαύματα («θαυματουργή εικόνα»)
αρχ.
αυτός που κάνει θαυμάσια ακροβατικά.
επίρρ...
θαυματουργός και -ά
με θαυματουργό τρόπο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θαύμα, -ατος + -ουργός (< έργον), πρβλ. ελαι-ουργός, ξυλ-ουργός].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • θαυματουργός — acrobats masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θαυματουργός — ή, ό 1. αυτός που κάνει θαύματα: Θαυματουργή εικόνα. 2. αποτελεσματικός: Θαυματουργό φάρμακο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • θαυματουργότερον — θαυματουργός acrobats adverbial comp θαυματουργός acrobats masc acc comp sg θαυματουργός acrobats neut nom/voc/acc comp sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θαυματουργόν — θαυματουργός acrobats masc/fem acc sg θαυματουργός acrobats neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θαυματουργοί — θαυματουργός acrobats masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θαυματουργούς — θαυματουργός acrobats masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θαυματουργέ — θαυματουργός acrobats masc/fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θαυματουργῷ — θαυματουργός acrobats masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • May 15 (Eastern Orthodox liturgics) — May 14 Eastern Orthodox Church calendar May 16 All fixed commemorations below celebrated on May 28 by Old Calendarists Contents 1 Saints 1.1 Other commemorations 1.2 Oriental Orthodox …   Wikipedia

  • ГРИГОРИЙ ЧУДОТВОРЕЦ — [греч. Γρηγόριος ὁ Θαυματουργός] (ок. 213, г. Неокесария Понтийская (совр. Никсар, Турция) после 270, там же), свт. (пам. 17 нояб.), еп. Неокесарийский. Жизнь Основными источниками жизнеописания Г. Ч. являются: 1. «Благодарственная речь Оригену» …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”